Τρίτη 8 Μαρτίου 2016

Κάποια βράδια, πριν αποκοιμηθώ, περιφέρομαι στα σπίτια που με έχουν κατά καιρούς φιλοξενήσει - άλλα για χρόνια, άλλα για ένα βράδυ.
Ανοίγω τις πόρτες τους, προσπαθώ να αποφύγω το τρίξιμο, μπαίνω μέσα ξυπόλυτη. Περπατώ στους διαδρόμους τους, νιώθω στις πατούσες μου τα κρύα τους πλακάκια, το δέρμα μου κολλάει στα λαμινάτ, βουλιάζω στα παχιά τους χαλιά. 
Βήματα αργά - δε θέλω να ξυπνήσω κανέναν. Ρίχνω μια ματιά στα κρεβάτια με τα ανακατεμένα σεντόνια - κάποτε τα ανακάτεψα κι εγώ. Μπαίνω στις κουζίνες τους, περπατώ στις μύτες για να μη γεμίσουν τα πόδια μου λαδιές ή ψίχουλα. 

Λένε πως οι γάτες δημιουργούν δεσμούς με τους χώρους και όχι με τους ανθρώπους. Δεν είμαι γάτα, είναι ξεκάθαρο αυτό. Αν είμαι ζώο, είμαι μάλλον ποντίκι ή κουνέλι ή κάποιο τρωκτικό τελοσπάντων.

Αλλά νιώθω ένα δέσιμο μ'αυτά τα σπίτια.

Και είναι αστείο που οι αναμνήσεις βρίσκονται στις πατούσες μου. Αυτές που κάποτε με πήγαν ως εκεί, αυτές που στη συνέχεια με πήγαν σπίτι.