Πέμπτη 21 Δεκεμβρίου 2017

Τι είναι άραγε αυτό το συναίσθημα τις μέρες πριν αλλάξει ο χρόνος; Μου θυμίζει τότε στα 20 μου που δεν τολμούσα να εκφραστώ, που κρατούσα τα συναισθήματά μου κρυμμένα. Και ονειροπολούσα, και ονειροπολούσα, και έπλαθα ιστορίες. Ότι τον έβρισκα, τον κάθιζα σε ένα παγκάκι και του εξομολογούμουν τα πάντα: ότι τον αγαπώ, ότι η καρδιά μου πονάει για κείνον, ότι θέλω να τον βλέπω να γελάει. Και η ονειροπόληση αυτή με πλημμύριζε ζεστασιά και χαρά, αλλά και μια γλυκιά μελαγχολία.
Νιώθω ερωτευμένη με τον χρόνο που φεύγει. Είναι σα να θέλω να πιάσω κάθε στιγμούλα του και να της πω "σ'αγαπώ, σ'ευχαριστώ, ήσουν τέλεια όπως ήσουν, δε θα σε άλλαζα με τίποτα, είμαι τόσο ευγνώμων που σε έζησα". Είμαι τόσο ευγνώμων. 

Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2017

Οι βόλτες με το αυτοκίνητο

Είσαι μικροσκοπική και χωράς στο μεσαίο πίσω κάθισμα. Σου αρέσει να κοιτάζεις το δρόμο και είτε χώνεσαι ανάμεσα στις δύο μπροστινές θέσεις, ξεκουράζοντας το μάγουλό σου στις πλάτες τους, είτε σκαρφαλώνεις στη θέση σου και κοιτάζεις από το πίσω παράθυρο. Σου αρέσει να ταξιδεύεις νύχτα. Προσπαθείς να μη χάσεις από τα μάτια σου το φεγγάρι - μοιάζει σα να σε κοιτάζει κι αυτό και σα να προσπαθεί κι εκείνο να μη σε χάσει από τα δικά του. Τρέχει όταν τρέχει το αμάξι, κατεβάζει ταχύτητα μαζί του στις στροφές.
Είσαι μικροσκοπική και μικροσκοπικός είναι κι ο κόσμος σου αυτή τη δεδομένη στιγμή. Τον μοιράζεσαι με τους αγαπημένους σου ανθρώπους, κάποιο χέρι σου χαϊδεύει το χέρι, ακούς τις φωνές τους απαλές και μουδιασμένες. Ακούς το φλας, ακούς το ραδιόφωνο που χάνει το σήμα του κάθε τόσο. Παρακολουθείς τα φώτα που περνούν και καμιά φορά προλαβαίνεις να κλέψεις μια ματιά από το αυτοκίνητο που μόλις προσπεράσατε.
Είσαι μικροσκοπική και δε φοβάσαι τίποτα. Ξέρεις ότι αυτή η βόλτα θα σε φτάσει στο σπίτι και, τις περισσότερες φορές, θα σε φτάσει στο κρεβάτι σου, θα σε σκεπάσει και θα σου δώσει το πιο γλυκό φιλί στο μάγουλο.
Είσαι μικροσκοπική και εμπιστεύεσαι κάτι πολύ μεγαλύτερο από σένα.
Όταν μεγαλώσεις, κάποιες φορές θα ξεχνάς πώς να φτάσεις στο σπίτι. Οι στροφές θα σε ζαλίζουν, το ραδιόφωνο θα κολλάει, το φεγγάρι θα κρύβεται πίσω από σύννεφα.
Με τον καιρό θα μάθεις να επιστρέφεις στο μικροσκοπικό αυτό κόσμο, θα θυμηθείς πώς να εμπιστεύεσαι το δρόμο, τον οδηγό, το χέρι που σου χαϊδεύει το χέρι. Με τον καιρό. Με τον καιρό. 

Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2017

Δύο.

Στιγμή 1.
Προτελευταία Κυριακή του χρόνου. Διασχίζεις τη φαρδιά γέφυρα πάνω από τον ποταμό Βιστούλα. Η μέρα έχει χιόνι και όλα γύρω σου είναι σκεπασμένα από μια λευκή άχνη. Σε τυλίγει το κρύο και βαδίζεις γρήγορα για να μην παγώσουν τα πόδια σου. Κοιτάζεις πίσω σου και βλέπεις τους ουρανοξύστες και την παλιά πόλη της Βαρσοβίας. Κοιτάζεις μπροστά και βλέπεις τον αυτοκινητόδρομο - δεξιά κι αριστερά σου ο παγωμένος ποταμός. Οι ανάσες σου γίνονται όλο και πιο βαθιές, είσαι μόνη στον κόσμο αλλά όλα βγάζουν νόημα, όλα συνδέονται. Είσαι εδώ και είσαι ζωντανή, είσαι γερή, και ο κόσμος είναι πανέμορφος. Σε πιάνουν τα κλάματα, και δεν καταπίνεις κανέναν λυγμό και γελάς δυνατά και είναι όλα όπως πρέπει.

Στιγμή 2.
Βγαίνεις από το μετρό και ακολουθείς το πλήθος. Ανεβαίνεις σκαλιά, κοιτάζεις πίσω σου κάθε τόσο, αλλά δεν είναι ακόμα η σωστή στιγμή για να το δείς από ψηλά. Νιώθεις το υψόμετρο ν' αλλάζει με κάθε σου βήμα και ανυπομονείς, ανυπομονείς, εύχεσαι να είσαι εκεί στην επόμενη στροφή, αλλά έχεις ακόμα να περάσεις την πλατεία με τους πλανόδιους ζωγράφους και μετά να πάρεις το δρόμο στ' αριστερά. Την έχεις δει σε φωτογραφίες ερωτευμένων ζευγαριών, αλλά δεν τη φανταζόσουν ποτέ τόσο λευκή ούτε τόσο ωραία φωτισμένη απ' τον ήλιο. Βαδίζεις με το πλήθος - βήματα, βήματα - και το βλέπεις, λουσμένο στο φως - τα γυμνά δέντρα σχηματίζουν το πιο ταιριαστό κάδρο. Είσαι εδώ. Ε'ισαι πάνω από το Παρίσι.
Και είσαι μόνη στον κόσμο. Γιατί το όνειρο αυτό δεν ήταν δικό σου. Δεν ήταν δικό του. Ήταν δικό μας. Και είναι όλα υπερβολικά. Είναι πάρα πολλά για να τα χωρέσει η μικρή σου καρδιά και σε πιάνουν τα κλάματα, αλλά μια φωνούλα σου μέσα σου λέει να γελάς δυνατά, γιατί ο κόσμος είναι πανέμορφος και είναι όλα όπως πρέπει.


Και τίποτα το ανθρώπινο δε σου είναι ξένο. Και τίποτα ανθρώπινο δεν μπορεί να σε κρατήσει από το να το υπερβείς. 

Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2016

Θα θελήσεις να ταξιδέψεις μόνη. Θα βρεθείς στην πιο όμορφη πόλη του κόσμου. Θα περιπλανηθείς στα πλακόστρωτά της, θα χαθείς, θα ρωτήσεις αγνώστους για να βρεις ξανά το δρόμο σου. Θα ακολουθήσεις μια γνώριμη μελωδία και θα τον δεις να παίζει στο πιάνο το "this is your song" - θα τον αφήσεις να σε μαγέψει για λίγο. Θα πάρεις από πίσω το βιολιστή και θα βρεθείς μέσα στη λιτή εκκλησία, θα καθήσεις στην πρώτη σειρά και θα ακούσεις τη χορωδία να τραγουδά για το θεό και τη δύναμη και το φως. Θα ακούσεις το στομάχι σου και θα πας στο blue note, και θα μιλήσεις μαζί του και θα του πεις κάτι που σου κόβει τα γόνατα και θα κάνεις κάτι για πρώτη φορά και θα κρατήσεις την αίσθηση των επόμενων ωρών σαν τον ορισμό της ομορφιάς και θα χαμογελάς, και θα χαμογελάς, αλλά θα στεναχωριέσαι και λίγο, γιατί δε θα έχει εφευρεθεί ακόμα κάτι για να ξαναζήσεις αυτή τη στιγμή, αλλά θα σφίγγεις τα μάτια και τα χέρια στο στήθος και με μια βαθιά ανάσα θα είσαι πάλι στο μπλε δωμάτιο που θα είναι γεμάτο με μπλε νότες και ζεστασιά και - κατά κάποιον τρόπο - γεμάτο αγάπη. 

Πέμπτη 7 Ιουλίου 2016

Το σώμα μου



Έχω ένα σώμα, όπως κι εσύ.
Το σώμα μου είναι δικό μου. Αλλά ώρες ώρες το ξεχνάω αυτό.

Βλέπεις, καμιά φορά συμβαίνουν πράγματα στο σώμα μου που δεν τα θέλει. Άλλες φορές το ρωτούν κι εκείνο συναινεί θολά, άλλες φορές δεν του κάνουν καμία ερώτηση.
Για παράδειγμα, κάποτε το πέταξαν σε μια κολυμπήθρα και το άλειψαν με λάδια και μετά το κουνούσαν για να σταματήσει να κλαίει.
Και κάποτε το ξάπλωσαν σε κρεβάτια και το τρύπησαν και του έβαλαν μέσα σωληνάκια και φάρμακα.
Άλλοτε το κράτησαν πιο σφιχτά απ'όσο αντέχε ή το κοίταξαν πιο έντονα απ'όσο επέτρεπε ή το έβαλαν να καθίσει περισσότερο απ'όσο ήθελε.

Ευτυχώς όμως το σώμα μου επιλέγει να θυμάται πιο πολύ αυτά που του αρέσουν.

Στο σώμα μου αρέσει να κινείται. Του αρέσει να ερωτεύεται - αχ, πόσο του αρέσει να ερωτεύεται! 
Του αρέσει να φιλάει, να χαϊδεύει και να αγκαλιάζεται.
Του αρέσει να νιώθει πάνω του τον ήλιο, του αρέσει να χορεύει και του αρέσει να μελανιάζει.
Του αρέσει να κουκουλώνεται σε φρεσκοπλυμένα σεντόνια, του αρέσει να γαργαλιέται και να ανατριχιάζει.

Μα και όλα όσα του συνέβησαν που δεν τα ήθελε, τα κρατάει κι αυτά - μικρά παρασημάκια - να του θυμίζουν ότι είναι δυνατό και γερό και αντέχει κι ότι καμία αρνητική εγγραφή δεν ξεγράφει το χάσιμο ενός χτύπου πριν απ' το πρώτο φιλί.



Σάββατο 21 Μαΐου 2016

Στο πιο σκοτεινό σημείο του μυαλού σου έχεις μια ντουλάπα γεμάτη σκελετούς. Κατά καιρούς, κάποια μυρωδιά ή κάποιος ήχος δίνει στους σκελετούς ζωή και αρχίζουν να χτυπούν τις πόρτες. Η καρδιά σου αρχίζει κι αυτή να χτυπά πιο δυνατά και πιο γρήγορα, η αναπνοή σου παύει να συμβαίνει φυσικά, οι παλάμες ιδρώνουν. Η ντουλάπα είναι στο πιο σκοτεινό σημείο για κάποιο λόγο. Είναι κλειδωμένη για κάποιο λόγο. Και έτσι πρέπει να μείνει.
***
Στα όνειρά σου οι σκελετοί βρίσκουν τον τρόπο να ξετρυπώσουν από τη ντουλάπα. Βγαίνουν έξω, παίζουν με τα πράγματά σου, ξεφυλλίζουν ημερολόγια, χαζεύουν τις φωτογραφίες στους τοίχους. Κοιτάζουν στα μάτια τις επιλογές που έκανες για ανθρώπους, και είναι σα να κοιτάζονται στον καθρέφτη. Υπάρχει κάτι από τους σκελετούς σε κάθε σου βήμα στην ξύπνια σου ζωή. Αν προσέξεις, θα δεις οστά κάτω από το γραφείο σου ή πάνω στο μαξιλάρι αυτού που ροχαλίζει δίπλα σου. Αλλά τώρα εσύ κοιμάσαι.
***
Κι ένα Σαβατόβραδο θα βρεθείς στο γειτονικό μπαρ και θα πιεις μπύρα με τη φίλη σου. Και θα μιλάτε για τα παιχνίδια που παίζατε σαν παιδιά. Και μια ανάμνηση θα σου κλείσει στιγμιαία το διάφραγμα. Η καρδιά σου θα χάσει ένα χτύπο και τα δάχτυλα των ποδιών σου θα μαζέψουν. Θα προσπαθήσεις να το απωθήσεις άλλη μια φορά. Θα σπρώξεις με τις πλάτες σου τις πόρτες της ντουλάπας, αλλά οι σκελετοί θα έχουν θυμώσει. Θα τους έχεις παραμελήσει πολύ περισσότερο απ'όσο επιτρέπουν. Θα αρχίσεις να μιλάς και θ' ακούς τον εαυτό σου να αρθρώνει λέξεις που καταπίεζες για χρόνια, που ήταν σκέψεις σιωπηλές για κάποιο λόγο και έτσι έπρεπε να μείνουν.
***
Δε θα περιμένεις καν να ξημερώσει. Θα τρέξεις στο σκοτεινότερο σημείο του μυαλού σου μέσα στη μαύρη νύχτα. Θα σταθείς για λίγο μπροστά στη ντουλάπα με τρόμο. Θα απλώσεις το χέρι και με βία θα ανοίξεις τις πόρτες, περιμένοντας να θαφτείς κάτω από ένα σωρό από κόκκαλα. Αλλά όταν την ανοίξεις, το μόνο που θα βρεις μέσα, θα είναι η εξάχρονη Εσύ, με τα κοτσιδάκια της και το λουλουδάτο της φόρεμα, που το μόνο που ζητούσε τόσο καιρό ήταν ένας καλός λόγος και μια αγκαλιά.

Τρίτη 8 Μαρτίου 2016

Κάποια βράδια, πριν αποκοιμηθώ, περιφέρομαι στα σπίτια που με έχουν κατά καιρούς φιλοξενήσει - άλλα για χρόνια, άλλα για ένα βράδυ.
Ανοίγω τις πόρτες τους, προσπαθώ να αποφύγω το τρίξιμο, μπαίνω μέσα ξυπόλυτη. Περπατώ στους διαδρόμους τους, νιώθω στις πατούσες μου τα κρύα τους πλακάκια, το δέρμα μου κολλάει στα λαμινάτ, βουλιάζω στα παχιά τους χαλιά. 
Βήματα αργά - δε θέλω να ξυπνήσω κανέναν. Ρίχνω μια ματιά στα κρεβάτια με τα ανακατεμένα σεντόνια - κάποτε τα ανακάτεψα κι εγώ. Μπαίνω στις κουζίνες τους, περπατώ στις μύτες για να μη γεμίσουν τα πόδια μου λαδιές ή ψίχουλα. 

Λένε πως οι γάτες δημιουργούν δεσμούς με τους χώρους και όχι με τους ανθρώπους. Δεν είμαι γάτα, είναι ξεκάθαρο αυτό. Αν είμαι ζώο, είμαι μάλλον ποντίκι ή κουνέλι ή κάποιο τρωκτικό τελοσπάντων.

Αλλά νιώθω ένα δέσιμο μ'αυτά τα σπίτια.

Και είναι αστείο που οι αναμνήσεις βρίσκονται στις πατούσες μου. Αυτές που κάποτε με πήγαν ως εκεί, αυτές που στη συνέχεια με πήγαν σπίτι.