Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2011

Και του χρόνου

Ξημερώνει η τελευταία Κυριακή του πρώτου μήνα αυτού του χρόνου. Γίνονται τόσα πολλά εκεί έξω. Ολόκληρος ο πλανήτης βράζει, άνθρωποι γεμίζουν τους δρόμους, η γειτονιά μου πριν λίγες μέρες έγινε ο πυρήνας μιας βόμβας έτοιμης να εκραγεί, αλλά εμένα την οργή μου μου την πήραν μακρυά καλά νέα. Εν αναμονή λοιπόν της εξόδου μου από το λήθαργο της χαράς και μετά από μια βραδιά στη μουσική σκηνή Μετρό, τραγουδώ τους υπέροχους στίχους του Φοίβου και εύχομαι - λίγο εκτός τόπου και χρόνου, αλλά οι γιορτές κρατούν 40 μέρες - και του χρόνου.



Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011

Αποκτήνωση

Είχε μόλις αγοράσει χαρτί κουζίνας για το σπίτι και ανηφόριζε αγκαζέ με τη φίλη της. Θα μπορούσε να διαλέξει εκείνο το δρόμο ή τον άλλο, αλλά επέλεξε αυτόν. Μια γωνία μετά, χαμένη στις σκέψεις της, άκουσε γρήγορους βηματισμούς στο ανοιχτό πάρκινγκ. Γύρισε και τον είδε να τρέχει. Φορούσε σκουφί, κασκόλ μέχρι τη μύτη, όλα όσα φορούσε μαύρα. Στιγμές μετά είδε και τον άλλο. Με κουστούμι. Και άκουσε τη φωνή του να ηχεί 'Κλέφτης! Σταματήστε τον! Είναι κλέφτης!' Και τους είδε να παλεύουν. Πάγωσε. Για μια στιγμή φοβήθηκε το μαυροφορεμένο, μετά φοβήθηκε τον κουστουμάτο. Είδε ένα σακίδιο να πέφτει, άκουσε ένα μεταλλικό ήχο. Κράτησε το μπράτσο της φίλης της και την τράβηξε λίγο πιο πίσω. Εκείνος πέρασε από μπροστά τους. Τις κοίταξε, τον κοίταξαν κι αυτές. Σειρά είχε ο άλλος. Έτρεξε πίσω του, φωνάζοντας 'Κλέφτης!'
Κοίταξε γύρω της. Κόσμος κοιτούσε, αλλά κανείς δεν έκανε βήμα. Άρχισε κι εκείνη να τρέχει πίσω από τις φωνές του κουστουμάτου. Τον είδε να τα παρατάει, να γυρνάει πίσω ξεφυσώντας. Κανείς δεν έκανε βήμα.

Χαιρέτησε τη φίλη της και πήρε το δρόμο για το σπίτι. Είδε κάποιον να ψάχνει στα σκουπίδια. Προχώρησε. Ανέβηκε στον τέταρτο. Βγήκε στο μπαλκόνι. Και ούρλιαξε μια φράση που είχε ακούσει σε τραγούδι. Δεν είμαι με κανέναν.

Δευτέρα 3 Ιανουαρίου 2011

Ανεπίσημη επιστολή στο 2011

Αγαπητέ Νέε Χρόνε,

Είχα τόση αγωνία να φτάσεις καλά, που έπεσα με τα μούτρα σε μελομακάρονα, βασιλόπιτες και σοκολατάκια. Οι πρώτες σου μέρες λοιπόν με βρήκαν παραφουσκωμένη και νωχελική από τον πολύ τον υδατάνθρακα. Ήρθε όμως η στιγμή να λογαριαστούμε. Δεν έχω πολλά να σου ζητήσω, αλλά οφείλεις να μου δώσεις ό,τι μου στέρησε ο Παλιός. Αυτός, που λες, με είχε 12 μήνες στο περίμενε. Και περίμενε και περίμενε. Και έλπιζε και έλπιζε. Και τελικά τίποτα. Τώρα πρέπει εσύ να τις βουλώσεις τις τρύπες, ακούς;

Θέλω να μου δώσεις δύναμη και κουράγιο. Θέλω να πάρεις μακρυά τον πανικό που με παραλύει και να τον αντικαταστήσεις με λογική και καθαρό μυαλό. Θέλω να μου φέρεις πίσω το πάθος και την όρεξη και τη δημιουργικότητα και τη φαντασία. Θέλω ελπίδα, αλλά θέλω να είναι βάσιμη. Θέλω δικαιοσύνη και αλληλεγγύη. Και τα θέλω όλα αυτά για όλους.

Ε, και δώσε και λίγη τύχη... Μην τσιγκουνεύεσαι!

Με φιλικούς χαιρετισμούς και πολλή αγάπη,
HomoPacificus.